Ως Ενδομητρίωση, ορίζεται η έκτοπη ανάπτυξη ενδομητρικού ιστού, δηλαδή η παρουσία ενδομητρίου οπουδήποτε εκτός της μήτρας. Η ακριβής επίπτωση της νόσου δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί, αλλά εκτιμάται ότι εώς και το 10% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας φέρουν τη νόσο. Η πλειοψηφία των ασθενών παραμένουν ασυμπτωματικές και διαγιγνώσκονται κατά τη διερεύνηση υπογονιμότητας.

Συμπτώματα – Ενδομητρίωση

Το κύριο σύμπτωμα είναι ο πόνος, που εκδηλώνεται ως :

  1. Δυσμηνόρροια ( πόνος κατά την περίοδο )
  2. Δυσπαρευνία ( πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή ) και σπανιότερα
  3. Δυσχεσία ( πόνος κατά την αφόδευση ), σύμπτωμα το οποίο σχετίζεται με προχωρημένη νόσο.

Η υπογονιμότητα που σχετίζεται με τη νόσο οφείλεται είτε στην πλήρη ή μερική απόφραξη των σαλπίγγων λόγω συμφύσεων, είτε σε φλεγμονώδες στρες στην περιτοναϊκή κοιλότητα.

Ενδομητριωσικές εστίες συνήθως εντοπίζονται στην πύελο ( ωοθήκες, πλατύς σύνδεσμος, δουγλάσσειος χώρος, ιερομητρικοί σύνδεσμοι, κυστεομητρική πτυχή, ορθοσιγμοειδές, σκωληκοειδής απόφυση ). Μπορεί να εμφανισθούν επίσης σε χειρουργικές τομές, ιδιαίτερα μετά από καισαρική τομή ή ινομυωματεκτομή. 2 στις 3 γυναίκες με ενδομητρίωση έχουν συμμετοχή των ωοθηκών. Απομακρυσμένες εστίες όπως οι πνεύμονες έχουν καταγραφεί αλλά παρατηρούνται σπανιότατα.

Κατά την επισκόπηση κόλπου τραχήλου και την αμφίχειρη γυναικολογική εξέταση μπορεί να παρατηρηθεί έντονη οπίσθια κλίση κάμψη της μήτρας, ψηλάφηση οζιδίων στους ιερομητρικούς συνδέσμους, ψηλάφηση μάζας στα εξαρτήματα και ευαισθησία κατά την μετακίνηση του τραχήλου και την ψηλάφηση των εξαρτημάτων. Υπερηχογραφικά πιθανόν να υπάρχουν ενδομητριώματα- σοκολατοειδείς κύστεις στα εξαρτήματα.

Αιτιολογία

Όσον αφορά την αιτιολογία της νόσου έχουν διατυπωθεί αρκετές θεωρίες. Έχουν επικρατήσει αυτές της:

  • Παλίνδρομης εμμηνορυσίας,
  • Μετάπλασης του μεσοθηλίου του περιτοναίου,
  • Λεμφικής διασποράς,
  • Αιμοτογενούς διασποράς ( που εξηγεί απομακρυσμένες ενδομητριωσικές εστίες όπως π.χ. τους πνεύμονες ) και
  • Διαταραχής της ανοσολογικής απόκρισης.

Πλέον τείνει να επικρατήσει η άποψη ότι συνδυασμός των ανωτέρω οδηγεί στην εμφάνιση της νόσου. Επίσης είναι πιθανή η γενετική προδιάθεση με πολυγονιδιακό χαρακτήρα.

Διάγνωση & Σταδιοποίηση

Οριστική διάγνωση και σταδιοποίηση της ενδομητρίωσης γίνεται χειρουργικά, με λαπαροσκόπηση. Η σταδιοποίηση βασίζεται στην εντόπιση, την έκταση και την εμφάνιση των βλαβών.

Η έκταση των ενδομητριωσικών εστιών δεν σχετίζεται πάντοτε με την βαρύτητα των συμπτωμάτων. Γυναίκες ασυμπτωματικές ή με ήπια συμπτωματολογία μπορεί να αντιμετωπιστούν συντηρητικά. Μπορούν αρχικά να χρησιμοποιηθούν μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη ( ΜΣΑΦ ), χαμηλής δόσης προγεσταγόνα και συνδυασμένα αντισυλληπτικά δισκία. Το επόμενο βήμα είναι η χρήση δαναζόλης ( τείνει να εγκαταλειφθεί λόγω εμφάνισης δασυτριχισμού και ακμής ) και τα GNRH ανάλογα που προκαλούν αμηνόρροια και πρέπει να συνδυάζονται με θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης.

Εφόσον υπάρχουν ενδομητριώματα- σοκολατοειδείς κύστεις >3cm ( >4cm όταν είναι επιθυμητή η γονιμότητα ) πρέπει να αφαιρούνται χειρουργικά ( συνήθως λαπαροσκοπικά ). Επίσης ενδείκνυται λαπαροσκοπική αντιμετώπιση σε περιπτώσεις υπογονιμότητας όπου η φαρμακευτική αντιμετώπιση δεν έχει αποδώσει. Η αφαίρεση των ενδομητριωμάτων ( ενδομητριωσικές κύστεις ), η λύση των συμφύσεων και η καυτηρίαση των ενδομητρικών εστιών βελτιώνει ελαφρώς τη γονιμότητα καθώς και την επιτυχία των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Τέλος σε περιπτώσεις όπου δεν είναι επιθυμητή η γονιμότητα και η συμπτωματολογία επηρεάζει έντονα την ποιότητα ζωής της ασθενούς, ενδείκνυται πιο επιθετική αντιμετώπιση με ολική υστερεκτομή μετά των εξαρτημάτων και καυτηρίαση όλων των ενδομητριωσικών εστιών.

Αδενομύωση

Ως αδενομύωση ορίζεται η επέκταση των ενδομητρίων  αδένων και του στρώματος εντός του μυομητρίου, περισσότερο από 2,5 χιλιοστά πέραν της βασικής στιβάδας. Η μήτρα είναι ογκώδης και μαλακή κατά την ψηλάφηση. Συχνά η αδενομύωση είναι τυχαίο εύρημα μετά από υστερεκτομή για άλλο λόγο. Πολλές ασθενείς με αδενομύωση είναι ασυμπτωματικές. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν δυσμηνόρροια και μηνορραγία ( αυξημένη αιματική ροή κατά την περίοδο ). Αφού αποκλειστούν άλλα αίτια η αντιμετώπιση έγκειται στη χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμονοδών φαρμάκων και συνδυασμένων αντισυλληπτικών δισκίων. Η καυτηρίαση του ενδομητρίου υστεροσκοπικά και η υστερεκτομή επιφυλάσσονται για περιστατικά που έχουν ολοκληρώσει την τεκνοποίηση και δεν ανταποκρίνονται στη συντηρητική θεραπεία.

Τα άρθρα του ιστοτόπου μας είναι καθαρά ενημερωτικού χαρακτήρα και δεν υποκαθιστούν σε καμία περίπτωση ιατρικές συμβουλές, διαγνώσεις ή θεραπείες. Για οποιοδήποτε ζήτημα που αφορά την υγεία σας, συμβουλευθείτε ιατρό. ( βλ. όρους χρήσης )

Tip: Ενημερωθείτε σχετικά με τα Ινομυώματα